Κυριακή 19 Ιανουαρίου 2014

Είμαστε και εμείς ... ακόμη ζωντανοί


Η ανεπάρκεια και η έλλειψη ορθής εθνικής εξωτερικής πολιτικής από τις ελληνικές Κυβερνήσεις, συνηγορούν στην σιωπηρή αποψίλωση του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού από τις πατρογονικές του εστίες, ώστε να κλείσει το Βορειοηπειρωτικό ζήτημα «οικειοθελώς».

Το 2013 άφησε τη θέση του στο 2014. Έφυγε ο παλιός χρόνος, αφήνοντας πίσω του περισσότερα προβλήματα από όσα κληρονόμησε. Διαθήκη για τον επόμενο χρόνο.

Δυστυχώς όλοι εμείς, οι Βορειοηπειρώτες, που ατενίζαμε στις αρχές του χρόνου, με αισιοδοξία το μέλλον της πατρίδας μας διαψευστήκαμε. Με άσκημο τρόπο. Τα προβλήματα πολλά εδώ στην Ελλάδα, στην πατρίδα μας, όπου ζούμε τα τελευταία χρόνια αναζητώντας ένα καλύτερο μέλλον για μας και τα παιδιά μας.
Περισσότερα και μεγαλύτερα τα προβλήματα στην ιδιαίτερη πατρίδα μας, στη  Βόρειο Ήπειρο. Οι λιγοστοί υπερήλικες, ζητιάνοι του χάρου πια, ξεχασμένοι από την ελληνική κυβέρνηση, αβοήθητοι, σέρνουν τα πόδια τους στους άδειους δρόμους της ιδιαίτερης πατρίδας μας, της Βορείου Ηπείρου. Ζητιάνοι του χάρου. Χωρίς της σύνταξη του ΟΓΑ, το βοήθημα που τα τελευταία χρόνια τους έδινε μια αξιοπρεπή ζωή. Τους την έκοψαν οι φωστήρες της Αθήνας, για να «σώσουν» με τα χρήματα αυτά... την Ελλάδα της Αθήνας.

Οι νεότεροι, που διαμένουν μόνιμα στα πατρώα εδάφη, αλλά και εμείς που βρισκόμαστε ταχτικά στα χωριά μας και στις πόλεις μας, βρισκόμαστε αντιμέτωποι όχι μόνον με το μίσος και την αυθαιρεσία των αλβανικών κυβερνήσεων απέναντί μας αλλά και με την πλήρη αδιαφορία και αδιαλλαξία του εθνικού μας κέντρου.
Οι εξαγγελίες από τους εκπροσώπους  του Εθνικού κέντρου για ανάπτυξη και ευημερία στη Βόρειο Ήπειρο έμειναν απλός εξαγγελίες δημοσίων σχέσεων, στιγμών καλοπέρασης, λόγια του αέρα, μακριά από την σκληρή πραγματικότητα.
Η μοίρα μας καθορισμένη από  παλιά, από τις κυβερνήσεις του  αειμνήστου Ανδρέα Παπανδρέου μέχρι και τη σημερινή κυβέρνηση του Σαμαρά - Βενιζέλου.
Γέφυρα φιλίας μας βλέπουν όλοι τους. Μια γέφυρα που δυστυχώς, μπροστά  της, όλοι οι εκπρόσωποι του Εθνικού  Κέντρου κλείνουν τα μάτια πατούν και διαβαίνουν, πηγαίνοντας για  τα Τίρανα όπου δίπλα στους τυράννους νιώθουν ευτυχής δίνοντας συνεντεύξεις τύπου όπου υμνούν την ελληνοαλβανική «φιλία» και την αντοχή της γέφυρας που μόλις έχουν πατήσει και διαβεί.
Κλείνουν τα μάτια ή είναι  τυφλοί; Η ερώτηση δεν είναι  ρητορική. Η κόλαση είναι ακριβός κάτω από τη γέφυρα και όχι στον ουρανό τον οποίο ατενίζουν χαζεύοντας τους υπερήφανους αετούς. Αλλά αυτό δεν τους ενοχλεί.

Ούτε το τρίξιμο της γέφυρας.
Ούτε η μπόχα από τα πτώματα  των χιλιάδων νεκρών μας.
Ούτε τα οστά των προγόνων μας  που τα αγρία ποτάμια της Βορείου Ηπείρου, σε πείσμα των σύγχρονων ιερόσυλων, τα ξεθάβουν για να βάζουν τρικλοποδιές στους υψηλούς περπατητές της γέφυρας. Καρφί δεν τους καίγεται.
Ούτε για τους ήρωες προγόνους  μας, ούτε και για τους σημερινούς νεκρούς - ζωντανούς μας. Πτώματα, κόκαλα, ιδέες, πόθοι, ιστορία, όλα εξαρτήματα τα θέλουν μιας γέφυρας, μιας ανθρώπινης γέφυρας για την δική τους βόλτα.

Περνούν οι μέρες. Η ανθρώπινη γέφυρα εξυπηρέτησε και συνεχίζει να εξυπηρετεί με τον καλύτερο τρόπο, κάνοντας και πάλι γαϊδουρίσια υπομονή, την «θαυμαστή» ελληνοαλβανική «φιλία».
Συμφωνίες, συζητήσεις, παραχωρήσεις και πάλι παραχωρήσεις στην Αλβανία. Τα έδωσε όλα η Ελλάδα.

Κι όμως θέλουν και άλλα. Τι έχει μείνει ακόμα;